Τα κηπούλια στον Μεσαναγρό είναι οι κήποι. Οι άνθρωποι ήταν φτωχοί, το νερό λίγο και τα προς το ζην δύσκολα. Όπου υπήρχε νερό τρεχούμενο, πηγές ή πηγάδια, έφτιαχναν και ένα κηπούλι. Το περιτριγύριζαν, το καλλιεργούσαν και φύτευαν τα κηπευτικά τους. Κηπούλια υπήρχαν στις Αυτολές, στον Άσσαλο, στις Εβγάλες, στη Σκάλα, στην Μπη, στα Πλακιά και στον Περνό. Οι τοποθεσίες αυτές είχαν άλλες πολύ και άλλες λιγότερο νερό. Σήμερα οι περισσότερες έχουν στεγνώσει από την ξηρασία. Όπως σε πολλά πράγματα υπήρχαν κανόνες, έτσι και εδώ υπήρχαν και μάλιστα αυστηροί. Όλοι όσοι είχαν κηπούλια τα «έβρισκαν» και όριζαν τις ώρες που θα πότιζε ο καθένας. Πολλές φορές, πότιζαν και όλο το εικοσιτετράωρο, για να προλάβουν να ποτίσουν όλοι. Οι κάτοικοι του χωριού ήταν γεωργοί και κτηνοτρόφοι. Έκαναν, όμως, τα πάντα για να επιβιώσουν. Ευτυχώς τα χρόνια εκείνα υπήρχαν πολλές πηγές και οι χωριανοί έφτιαχνα τα κηπούλια τους. Μη φανταστείτε μεγάλες εκτάσεις. Ήταν κομματσούλια, όπως έλεγαν. Υπήρχαν, λοιπόν, πολλά κηπούλια σε διάφορες περιοχές. Στις περιοχές αυτές, όποιος είχε γη ήταν τυχερός. Σε κάποιες περιοχές, όπως οι Αυτολές, κάθε κηπούλι είχε το δικό του νερό και ήταν προνομιούχα. Πότιζες όποτε ήθελες, εν αντιθέσει με τα άλλα που υπήρχε σειρά, που καθοριζόταν από τον Πρόεδρο του χωριού. Από τα κηπούλια αυτά οι χωριανοί έβγαζαν όλα τα λαχανικά τους, που αρκούσαν να θρέψουν την πολυμελή οικογένεια. Και τι δεν έβγαζαν; Όλοι σέβονταν τον κόπο των άλλων, σέβονταν τη σειρά ποτίσματος και σπάνια υπήρχαν προβλήματα. Τα προϊόντα λίγα, γιατί και η έκταση λίγη, αλλά χρήσιμα και με αυτά έτρεφαν την οικογένεια. Εκείνα τα κηπευτικά ήταν τα πιο νόστιμα του κόσμου. Θέλεις τα αγνά υλικά που χρησιμοποιούσαν, κοπριά, αψέκαστα, θέλεις το μεράκι του καθενός, τα έκαναν ξεχωριστά. Όταν ο πατέρας γύριζε το καλοκαίρι με γεμάτο το σακούλι, το σπίτι μύριζε από τις ξεχωριστές μυρουδιές των κηπευτικών. Στα καφενεία, μικροί εμείς, ακούγαμε κάποιους να διηγούνται ότι τη νύχτα που πότιζαν, ιδίως στις Εβγάλες, το Αλάι (ανεράδες), ξεσήκωναν τον κόσμο από το θόρυβο που έκαναν. Σαν να χαλούσαν τοίχοι. Η φαντασία μας οργίαζε και θέλαμε να μάθουμε περισσότερα ρωτώντας τους μεγαλύτερους. Η πιο δύσκολη περιοχή ήταν της Σκάλας. Εκεί τα κηπούλια βρίσκονταν σχεδόν μέσα στον ποταμό. Είναι ακριβώς κάτω από το γνωστό καταρράκτη του Αγίου Θωμά. Θυμάμαι πολλές φορές το χειμώνα, την έγνοια των κατοίκων που είχαν κηπούλια εκεί, όταν έβρεχε πολύ. «Έκανε αφάτι και πήρε τα κηπούλια έλεγαν». Η δύναμη και η επιμονή των ανθρώπων τα ξανάφτιαχνε, αν και ήξεραν ότι τον επόμενο χειμώνα ίσως πάλι το νερό θα τα κατάστρεφε. Σήμερα, όλα αυτά τα κηπούλια υπάρχουν, ακαλλιέργητα, τα δέντρα ξερά και οι χαβούζες άδειες από νερό. Αντέχουν στο πέρασμα του χρόνου, για να θυμίζουν στους νεότερους, πώς οι πρόγονοί τους κατόρθωναν να επιζούν κάτω από δύσκολες συνθήκες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου