Παρασκευή 28 Φεβρουαρίου 2025

Ο Μάρτιος

 


                                                          


Ο Μάρτιος


Πήρε το όνομά του από το λατινικό όνομα του Θεού ¨Αρη (Mars). O Μάρτης είναι ο τρίτος μήνας κατά το Γρηγοριανό ημερολόγιο και έχει 31 ημέρες. Κατά το ρωμαϊκό ημερολόγιο το έτος άρχιζε από το Μάρτιο και συνεπώς ήταν ο πρώτος μήνας.

Λόγω του ευμετάβλητου του καιρού, ο λαός με τις παροιμίες του τον ονομάζει « γδάρτη, παλουκοκάφτη , πεντάγνωμο, καρβουνιάρη ,διπρόσωπο».

Στην πρώτη του Μάρτη φορούν στο χέρι μια κόκκινη κλωστή ,για να μη μαυρίζουν. Είναι ο μήνας των χελιδονιών και ο πρώτος της ¨Ανοιξης. Η λαϊκή φαντασία αποδίδει την αστάθεια του καιρού στον άστατο χαραχτήρα του.

Σύμφωνα με την παράδοση ο Μάρτης έχει δύο γυναίκες .Μια όμορφη και μια άσχημη. Το βράδυ κοιμάται ανάμεσά τους. ¨Όταν γυρίζει από τη μεριά της όμορφης χαίρεται και κάνει ηλιόλουστες μέρες. ¨Όταν γυρίζει από τη μεριά της άσχημης ,τη βλέπει και από το κακό του ,χειμωνιάζει και βρέχει.

Τις τελευταίες μέρες του Μαρτίου ή τις πρώτες του Απριλίου γίνονται μπόρες που τις λένε « της γριάς οι μπόρες». Σύμφωνα με την παράδοση ,έπειτα από ένα βαρύ χειμώνα , στο τέλος του Μάρτη μια γριά χαϊδεύοντας τα πρόβατά της μίλησε απαξιωτικά για το Μάρτη που έφευγε. Ο Μάρτης θύμωσε και παρακάλεσε τον Απρίλη να το δανείσει 3 ημέρες. Ο Μάρτης για να εκδικηθεί έκανε φοβερό κρύο . Η γριά κρύωνε , πλησίαζε τη φωτιά και στο τέλος κάηκε.

Αν και είναι ο πρώτος μήνας της ΄Ανοιξης , είναι από τους πιο κρύους μήνες του χρόνου. Θεωρείται όμως ο καταλληλότερος για το φύτεμα δέντρων



Δευτέρα 24 Φεβρουαρίου 2025

ΕΙΚΟΝΕΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΜΕΣΑΝΑΓΡΟ

 


                                                                 











Κυριακή 16 Φεβρουαρίου 2025

ΚΑΣΣΑ ,ΕΝΑ ΑΓΡΟΤΙΚΟ ΠΙΣΤΩΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΣΤΟΝ ΜΕΣΑΝΑΓΡΟ


                                                                      



Μπορεί οι Τούρκοι να έκαναν 100 χρόνια να βρουν τον Μεσαναγρό, οι κάτοικοι του χωριού όμως εδημιούργησαν μηχανισμούς, για να μπορέσουν να επιβιώσουν και να διαφυλάξουν την ελευθερία τους και να ζήσουν ανεξάρτητοι. Έτσι ίδρυσαν την «Κάσσα». Όπως φαίνεται στα Αρχεία της Κοινότητας Μεσαναγρού, η Κάσσα, ήταν αγροτικό πιστωτικό ίδρυμα και σκοπόν είχε να παρέχει τρόφιμα, σιτάρι και να βοηθάει όσους χωριανούς είχαν ανάγκη. Η Κάσσα, διέπετο από κανόνες και εδιοικείτο από Συμβούλιο που αποτελείτο από διαλλεκτά πρόσωπα της κοινωνίας. Κάθε Μεσαναγρενός αγρότης ήταν υποχρεωμένος να συνεισφέρει στο ταμείο της Κάσσας ανάλογα με τις οικονομικές του δυνατότητες. Αυτοί που μπορούσαν πολλά και οι άλλοι λίγα. Οι εισφορές εκανονίζοντο από το Διοικητικό Συμβούλιο της Κάσσας και από τους γέρους του χωριού. Όλοι ήταν ευχαριστημένοι και κανένας δεν αδικείτο. Στο Ταμείο της Κάσσας υπήρχαν περί τα χίλια τουρκικά κιλά σιταριού. Οι οικογένειες του χωριού που τα σπαρτά τους δεν απέδωσαν, έπαιρναν το αναγκαίο σιτάρι για να ζήσουν και να σπείρουν και το επέστρεφαν, όταν όλα πήγαιναν καλά. Η Κάσσα έπαψε να λειτουργεί όταν έφυγαν οι κατακτητές, αλλά εξεπλήρωσε το σκοπό της. 

Δευτέρα 10 Φεβρουαρίου 2025

Καθήκοντα Προεστού και Επιτρόπων στον Μεσαναγρό

 


                                                               


Καθήκοντα Προεστού και Επιτρόπων   

                                                                                                 

  •  Ο Προεστός, ο σημερινός Πρόεδρος του Τοπικού Συμβουλίου, είχε πολλές αρμοδιότητες. Ήταν ο άρχοντας του χωριού και σε αυτόν προσέφευγαν οι χωρικοί, για οποιονδήποτε πρόβλημα τους απασχολούσε. Έπαιζε τον ρόλο του δικαστή, του συμβούλου, του βοηθού. Έπρεπε να τηρεί τους νόμους και να είναι δίκαιος. Έλυνε τις διαφορές των χωρικών. Πολλές φορές, κάποιοι διεκδικούσαν γη από κάποιο συγχωριανό τους ή παραβίαζαν τους βαστάους (σύνορα). Πήγαινε επί τόπου και έδινε λύση Σολομώντειο, πολλές φορές. Ήταν παρών στους αρραβώνες και στην αγκλαβή (προικοσύμφωνο), πολλές φορές υπέγραφε και έλυνε ακόμη και προβλήματα που παρουσιάζονταν στους γάμους. Ο Προεστός έδινε διαταγή στον αγροφύλακα να προστατεύει τα χωράφια από τα κατσίκια και πολλές φορές με τον Ξεκοφτή, αποτιμούσαν τις ζημιές. Φιλοξενούσε τους ξένους και τους κρατικούς υπαλλήλους, που έρχονταν στο χωριό. Αναλάμβανε να βοηθήσει αναξιοπαθούντες χωριανούς και έκλειναν μαζί με τον αγροφύλακα, ζώα που έκαναν ζημιές, στο Τοκάτι. Ο βοσκός για να παραλάβει τα ζώα του, πλήρωνε κάποιο πρόστιμο. Πέρασαν πολλοί Προεστοί, αλλά κάποιοι έμειναν στην ιστορία, για την εντιμότητά τους και τη δικαιοσύνη τους. Ανάμεσά τους και ο συγχωρεμένος ο πατέρας μου, που διακρινόταν για τη δικαιοσύνη του. Δε δίστασε να στείλει στη δικαιοσύνη στενή συγγενή του, που είχε ζώα, για να γίνει παράδειγμα και στους άλλους.                                                                                                                                 Οι Επίτροποι της εκκλησίας ορίζονταν από τον παπά για κάποιο χρονικό διάστημα. Έπρεπε να είναι ευσεβείς, να εκκλησιάζονται και γενικά, να είναι έντιμοι άνθρωποι. Βοηθούσαν τον παπά σε θέματα κτηριακά της εκκλησίας, ήταν υπεύθυνοι για τις εισπράξεις του παγκαριού, για τα ενθήλια, στους χορούς έβγαζαν κούπα (όποιος χόρευε μπροστά έριχνε μέσα στην κούπα χρήματα για την εκκλησία), έκαναν λαχειαγορά με ρίφια στις γιορτές, καλλιεργούσαν τα χωράφια της εκκλησίας, έπαιρναν τα δέρματα των ζώων για πούλημα και μάζευαν τις ελιές της εκκλησίας, μαζί με όλο το χωριό. Οι Επίτροποι της εκκλησίας γενικά, σε καθημερινή βάση, ασχολούνταν με όλα αυτά και διέθεταν πολύ χρόνο. Ήταν μεγάλη τιμή να οριστείς Επίτροπος, πράγμα που συνεχίζεται μέχρι σήμερα.

Πέμπτη 6 Φεβρουαρίου 2025

Ιστορίες της Ιταλογερμανικής κατοχής στον Μεσαναγρό

 


                                                                


                                                   

Ιστορίες της Ιταλογερμανικής κατοχής  στον Μεσαναγρό

  

  •         Από το 1912 το νησί της Ρόδου καταλήφθηκε από τους Ιταλούς. Όλο το νησί Ιταλοκρατείτο. Ακόμα και στα μικρά χωριά, όπως ο Μεσαναγρός, υπήρχε στρατιωτικό φυλάκιο, για να επιβλέπει και να επιβάλλει την τάξη. Αρκετές φορές η δύναμη του φυλακίου μεγάλωνε και έτσι μεγάλωναν και οι απαιτήσεις των Ιταλών. Όπως μας αφηγήθηκε ο Μιχάλης Ι. Καραγιάννης: «Οι κάτοικοι του Μεσαναγρού ήταν γεωργοί και κτηνοτρόφοι. Ήταν υποχρεωμένοι από τα ζώα τους και τα σιτηρά που έβγαζαν, να δίνουν το δέκατο στους καταχτητές. Τα πράγματα άλλαξαν προς το χειρότερο, όταν στο νησί ήρθαν και οι Γερμανοί. Αυτοί ήταν πιο σκληροί και πιο απαιτητικοί. Σε περίοδο πείνας οι απαιτήσεις τους ήταν απάνθρωπες και εξοντωτικές. Ολόκληρα κοπάδια ή και όλη 43 τη σοδειά έπαιρναν από τους χωριανούς. Για να αντιμετωπίσουν αυτήν την κατάσταση οι χωριανοί εφεύραν διάφορους τρόπους, για να ξεγελούν τους κατακτητές. Κοντά στα μεγάλα κτήματά τους που είχαν σπαρμένα με σιτάρια, έσκαβαν λάκκους και τους σκέπαζαν με κλαδιά και εκεί μέσα έκρυβαν μέρος της σοδειάς τους, για να μην τους την παίρνουν οι Γερμανοί και οι Ιταλοί. Το πρόβλημα ήταν πώς θα κουβαλούσαν το σιτάρι αυτό στο χωριό… Είχαν, λοιπόν, τα χερομύλια στο χωράφι, άλεθαν το σιτάρι και τον έκαναν αλεύρι. Το έβαζαν σε σακκιά και λίγο λίγο, οι γυναίκες το έφερναν στο χωριό. Φόρτωναν το γαϊδουράκι κλαδιά και στη μέση του σαμαριού έβαζαν το αλεύρι και κάθιζαν πάνω. Υπήρχε βέβαια ο κίνδυνος να γίνει έλεγχος και τότε οι συνέπειες ήταν μεγάλες. ΄Ενας άλλος τρόπος ήταν η μεταφορά σιταριού από τα αλώνια μέσα σε βυτίνες. Οι χωριανοί αφού όλη την ημέρα αλώνιζαν και έβγαζαν σιτάρι, το βραδάκι γέμιζαν βυτίνες με το σιτάρι και τις έφερναν στα σπίτια τους. Οι βυτίνες είναι δοχεία που έβαζαν νερό. Τις γέμιζαν το πρωί με νερό να τις πάνε στα αλώνια και το βράδυ σιτάρι. Τα τελευταία χρόνια της κατοχής, οι Γερμανοί έρχονταν ξαφνικά στο χωριό και υποχρέωναν τους κατοίκους να τους δίνουν ένα μεγάλο μέρος από τα κατσίκια τους. Αλίμονο σε αυτόν που έφερνε αντίρρηση ή προσπαθούσε να τους ξεγελάσει. Τα αντίποινα ήταν σκληρά…» Αυτοί οι σκλαβωμένοι άνθρωποι που υπέστησαν τα πάνδεινα από τους Ιταλούς και τους Γερμανούς, έδειξαν όλο το μεγαλείο και την ανθρωπιά τους, όταν η Ιταλία σταμάτησε τον πόλεμο. Οι Ιταλοί που ήταν στον Μεσαναγρό, για να αποφύγουν τον θάνατο από τους Γερμανούς, κρύβονταν στα γύρω βουνά. Και τότε, έγινε το παράδοξο! Οι χθεσινοί κατακτητές, επαίτες τώρα, ζητούσαν από τους βοσκούς του Μεσαναγρού λίγο ψωμί, τυρί, γάλα και προστασία. Και οι Μεσαναγρενοί τους βοήθησαν απλόχερα. Όταν η θεία μου Παρασκευή, μού διηγιόταν αυτή την ιστορία, δεν μπορούσα να καταλάβω πώς γινόταν αυτό. Ο καταπιεσμένος να συγχωρεί και να βοηθά το δυνάστη του! Εγώ, θεία, δε θα το έκανα, θυμάμαι να της έλεγα… Και αυτή ήρεμα, πειστική μου έλεγε:« Όταν μπροστά σου έχεις άνθρωπο αδύναμο και απροστάτευτο, όλα τα ξεχνάς…». Εκατοντάδες τέτοιες ιστορίες μου διηγούνται οι γεροντότεροι. Ιστορίες απίστευτες, πραγματικές, βγαλμένες από την ίδια τη ζωή, που με συνεπαίρνουν. Με κάνουν να νιώθω περήφανος για το χωριό μου, για τους ανθρώπους του και με κάνουν να το αγαπώ περισσότερο.