Δευτέρα 5 Οκτωβρίου 2015

" ΗΘΗ ΚΑΙ ΕΘΙΜΑ"


                                                    




                                                             ΗΘΗ ΚΑΙ ΕΘΙΜΑ
  Η ζωή κυλούσε μονότονα και μόνο στις γιορτές άλλαζε κάτι. Όλα γινόντουσαν με σεβασμό ,μεράκι και αγάπη. Οι πιο παλιοί πάντα είχαν τον πρώτο λόγο. Οι ηλικιωμένοι απολάμβαναν το σεβασμό όλων και οι  συγγενικοί δεσμοί 
ήταν πολύ σφικτοί. Από μικρούς μας μάθαιναν  να σεβόμαστε όλα αυτά και να τηρούμε τα ήθη και έθιμα.
   Θυμάμαι ορισμένες στιγμές που είτε μας άρεσε είτε όχι , αυτό που έπρεπε να γίνει θα γινόταν. Τις μεγάλες γιορτές ,Χριστούγεννα, Πάσχα και της Παναγιάς  ,όλο το χωριό μεταλάβαινε. ΄Επρεπε  λοιπόν πριν πάμε στην εκκλησία να τηρηθεί  η διαδικασία. Να πλυθούμε, να ντυθούμε με καθαρά ρούχα  και μετά να πάρουμε την ευχή των γονιών μας και των νονών μας ,φιλώντας το χέρι τους. Ξεκινώντας από τον πατέρα, τη μητέρα ,παππού ,γιαγιά και μετά τους νονούς. Ανάλογα πόσους είχες ,έπρεπε να πας σπίτι τους πρωί πρωί να τους φιλήσεις το χέρι. Οι περισσότεροι κοιμόντουσαν  και σε δεχόντουσαν ξαπλωμένοι. Τους φιλούσες το χέρι και η νοικοκυρά σε φίλευε με γλυκά  και ο νονός με χρήματα.. Περίμενες λοιπόν να δεις πόσα θα έπαιρνες. Μόλις έβγαινες από το σπίτι έβλεπες το ποσό και ανάλογη ήταν η αντίδρασή σου . Ακόμα και οι γονείς σου σε ρωτούσαν πόσα πήρες. Τώρα όλο αυτό ήταν σεβασμός  ή συμφέρον ,λόγω των χρημάτων που περιμέναμε..

                                                                            

       Στο δρόμο πάντα καλημερίζαμε  όποιους συναντούσαμε  και όταν καθόμασταν έπρεπε να σηκωθούμε για να κάτσουν οι μεγαλύτεροι. Πιστέψτε με όλα αυτά τα τηρώ μέχρι σήμερα.  Κάναμε θελήματα  στους μεγαλύτερους ,βοηθούσαμε τις γιαγιάδες φέρνοντάς τους νερό από τη βρύση με τη στάμνα ,τους ψωνίζαμε  και σε αντάλλαγμα ,τα βράδια μας έλεγαν  τα καλύτερα παραμύθια που έχω ακούσει ποτέ. Κάποιοι που δεν τηρούσαν κάτι από το άγραφο δίκαιο, τους περίμενε η τιμωρία από τους γονείς τους αλλά πιο πολύ από το δάσκαλο.
  Στο φαγητό και εκεί υπήρχε τάξη. ΄Ολη η οικογένεια καθισμένη γύρω από του «σουφρά» , ξύλινο , στρογγυλό  ,χαμηλό έπιπλο ,περιμέναμε τη μητέρα να σερβίρει. Τα πράγματα ήταν απλά . Σε μια μεγάλη γαβάθα ήταν το φαγητό και σε μια άλλη  η «σαλά» ,σαλάτα. Τρώγαμε όλοι μαζί  από το ίδιο σκεύος και ο πιο γρήγορος όπως φαντάζεστε, έτρωγε το περισσότερο. Πριν ξεκινήσουμε, κάποιος έπρεπε να κάνει προσευχή , ο πατέρας  να κόψει το ψωμί σταυρώνοντάς το τρεις φορές και μετά το έκοβε φέτες  και η όλη ιεροτελεστία ξεκινούσε. Κανένας δε μιλούσε  για να προλάβει φαγητό  και πάντα κάποιος έμενε παραπονεμένος. Εκείνη η( σαλά ) μου έχει μείνει αξέχαστη. Θέλεις η ντομάτα που εμείς την παράγαμε , το τυρί μας ,το κρεμμύδι, το αγγούρι ,όλα αγνά προϊόντα  ,την έκαναν πεντανόστιμη. Το ρεζουμέ της όλης κατάστασης ,ήταν το ζουμί που έμενε στη γαβάθα. Βουτούσαμε το ψωμί  και  η νοστιμιά του δεν περιγράφεται. Τις γιορτές όμως καθίζαμε στο τραπέζι πιο επίσημα ,πιο γιορτινά. 

                                                                         







Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου