Δευτέρα 10 Νοεμβρίου 2008

" Το ψωμί ένα από το ιερότερα πράγματα των Μεσαναγρενών "











Το ψωμί ηταν κάτι ιερό για τους παλιούς Μεσαναγρενούς.΄Ηταν η βασική τους τροφή τα παλιά χρόνια. Δεν το πετούσανε ποτέ κάτω . Μαζεύανε και το τελευταίο κομμάτι αν έπεφτε. Μαθαίνανε τους μικρούς να το σέβονται, να το εκτιμούν και μάλιστα να τρώνε και την τελευταία μπουκιά .γιατί αν δεν την τρώγανε, δε θα μεγάλωναν.




Κάθε Σάββατο η όψη του χωριού άλλαζε. ΄Ηταν η μέρα που οι γυναίκες του χωριού παρασκεύαζαν το ψωμί. Ολόκληρη ιεροτελεστία γινόταν. Αποβραδίς ετοίμαζαν το ζυμάρι για να ανέβη. Την αυγή σηκώνονταν για να ζυμώσουν τα ψωμιά.Βλέπετε έπρεπε να τελειώσουν νωρίς ,για να πάνε μετά στις αγροτικές δουλειές. Μέσα στην ξύλινη σκάφη άρχιζε το ζύμωμα.




΄Ηταν κάτι μαγικό. Αλεύρι,ζυμάρι,νερό,με τα μαγικά χέρια των γυναικών να πλάθονται και να γίνονται ψωμιά. Αφού τέλειωνε το πλάσιμο,τα ψωμιά σκεπάζονταν και αν ήταν χειμώνας κοντά στο τζάκι, για να ανέβουν.




Ο νοικοκύρης ή τα παιδιά έπρεπε να κόψουν το "σφόγγιο",σχίνα που θα σκέπαζαν τα ψωμιά μέσα στο φούρνο,για να μην αρπάξουν από την πύρρα. ΄Οταν πλησίαζε η ώρα και τα ψωμιά ήταν έτοιμα ,η νοικοκυρά άναβε το φούρνο για να βάλουν τα ψωμιά΄Οταν όλα ήταν έτοιμα κουβαλούσαν τα ψωμιά πάνω στους σοφράδες,για να τα φουρνίσουν.΄Ενα ένα τα ψωμιά τα τοποθετούσαν στην "ασφουρνίστρα",ξύλινο κοντάρι που στην άκρη του ήταν πλατύ και μετά στο φούρνο. Ο φούρνος έκλεινε και όταν τα ψωμιά άρχισαν να ψήνονται ,τα "αροϊνιζαν" ,δηλαδή με σχίνα που βουτούσαν στο νερό άλοιφαν την όψη τους ,για να μην αρπάξουν και τα σκέπαζαν με σχίνα.




Το άνοιγμα του φούρνου ήταν κάτι το καταπληκτικό.Βλέπαμε να βγαίνουν ροδοκόκκινα τα ψωμιά, νιώθαμε τη ζεστασιά τους και μυρίζαμε την ασύγκριτη μυρουδιά τους. Η ώρα του ξεφουρνίσματος ,ήταν η πιο όμορφη.΄Ολο το χωριό μασχοβολούσε απ' άκρη σ΄άκρη.Τα παιδιά είχαν ένα λόγο παραπάνω να περιμένουν αυτή τη στιγμή.Περίμεναν το κουλούρι τους ,μικρό ψωμί,που αν είχε και ένα αυγό στη μέση ακόμη καλύτερα. ΄Οπως ήταν ζεστό ,το τρυπούσανε με ένα λεπτό ξύλο ,για να μπορούν να το κρατούν και να μη καίγονται. Οι δρόμοι γέμιζαν από τις χαρούμενες φωνές των παιδιών που χαίρονταν με τα απλά ,τα καθημερινά.








Αξέχαστες,ανεπανάληπτες στιγμές ,βγαλμένες σαν από παραμύθια που τα σημερινά παιδιά δε θα ζήσουν ποτέ ,αλλά απλώς θα τις διαβάζουν και θα τους φαίνονται όλα αυτά ίσως και εξωγίηνα.