Τετάρτη 9 Ιουνίου 2010

" Καλακαιρινές αναμνήσεις"


Το καλοκαίρι ήταν από τις πιο όμορφες εποχές στο χωριό. Τα σχολεία είχαν κλείσει και από πλευράς δασκάλου τα πράγματα ήταν πιο χαλαρά. Μόλις έμπαινε ο Μάης ,όλοι οι μικροί περπατούσαμε ξιπόλητοι. Ξιπόλητο τάγμα μας έλεγε κάποιος. Πού να βρεθούνε καλοκαιρινά παπούτσια τότε. Πάντα τα δάχτυλα των ποδιών μας ήταν χτυπημένα ,με πληγές . Παίζαμε ποδόσφαιρο με μπάλα που φτιάχναμε οι ίδιοι. Παίρναμε μια κάλτσα τη γεμίζαμε άχυρο και αυτή κλωτσούσαμε . Τα πόδια πάντα χτυπημένα ,γιατί καθώς προσπαθούσαμε να κλωτσήσουμε την μπάλα , όλο και κάποια πέτρα βρισκόταν και καταλαβαίνεται. Φαρμακείο δεν υπήρχε και όταν το αίμα δε σταματούσε ,μασούσαμε αλεσφακιά και τη βάζαμε πάνω στην πληγή. Κάποιοι παλιοί μας έβαζαν και την « καβαλίνα του γαϊδάρου».
Η θάλασσα δεν ήταν κοντά και μπάνιο κάναμε στις χαβούζες ,στέρνες που υπήρχαν στα κηπούλια . Βουτούσαμε μέσα στο νερό ,χωρίς να υποψιαζόμαστε τους κινδύνους που παραμόνευαν . Νεροφίδες ,οχιές κ.α. Στη θάλασσα μας έπαιρναν κάποια σχόλη με τα φορτηγά και η χαρά μας ήταν μεγάλη. Το απέραντο γαλάζιο πάντα με μάγευε. Στο γυρισμό ,η χαρά μετατρεπόταν σε δράμα. Βλέπετε οι δρόμοι δεν ήταν με άσφαλτο και εμείς καθισμένοι στην καρότσα του φορτηγού ,γινόμασταν κάτασπροι και αγνώριστοι.
Τις μέρες που δε βοηθούσαμε στις δουλειές ,παρέες παρέες πηγαίναμε στο κυνήγι. Ο καθένας είχε και το όπλο του. Τη σφεντόνα. Κόβαμε το πιο όμορφο ξύλο ,βρίσκαμε τα λάστιχα ,το πετσί που έμπαινε η πέτρα και έτοιμοι . Κάποιοι ήταν αχτύπητοι στο σημάδι .Πουλί δεν τους ξέφευγε. Κάποιοι άλλοι προσπαθούσαμε να κατεβάσουμε μύγδαλα από τις αμυγδαλιές.
Τα βράδια το χωριό βούιζε από τις φωνές μας και τα παιχνίδια μας. Κρυφτό ,κυνηγητό ,διαγωνισμοί ταχύτητας ,ήταν στην ημερήσια διάταξη. Κάθε εποχή είχε και τα παιχνίδια της.
Περασμένη η ώρα, μας έβρισκε κουρασμένους ,νυσταγμένους ,αλλά ευτυχισμένους ,γιατί ευχαριστιόμασταν παιχνίδι και αρκούμασταν σε αυτά που είχαμε. Βλέπετε δεν υπήρχε η τηλεόραση να μας δείχνει συνέχεια καινούρια πράγματα και να μας παίρνει τα μυαλά.